Ποια είναι τα πεδία επιθέσεων που επιλέγει η κάθε πλευρά και γιατί – Επιδίδονται σε αλλεπάλληλα εκατέρωθεν «πλήγματα» – Λέξεις κλειδιά για Μητσοτάκη και Τσίπρα η «αξιοπιστία» και η «εμπιστοσύνη»
Σε αλλεπάλληλα εκατέρωθεν «πλήγματα» επιδίδονται η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση σε επίπεδο κορυφής, αποκαλύπτοντας με όλο και υψηλότερους τόνους τη στρατηγική τους ενόψει της πολιτικής αναμέτρησης. Η κάθε πλευρά έχει διαλέξει τα δικά της πεδία επιθέσεων, αυτά στα οποία θεωρεί ότι ο αντίπαλος έχει τις λιγότερες «δυνάμεις».
Μπορεί Μαξίμου και ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνούν ότι είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, ωστόσο διαφαίνεται η κοινή τακτική τους: η έμφαση που και οι δύο δίνουν όχι μόνο στο παρόν αλλά και στο παρελθόν του άλλου. «Χτυπήστε τους εκεί που πονάνε», είναι το σκεπτικό πίσω από τη σκληρή κριτική που διατυπώνεται από την Ηρώδου Αττικού προς την Κουμουνδούρου και αντίστροφα.
Η «χαμένη αξιοπιστία» ΣΥΡΙΖΑ
Στο στόχαστρο του Κυριάκου Μητσοτάκη βρίσκεται η «αξιοπιστία» του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Αλέξη Τσίπρα. Από το γαλάζιο στρατόπεδο ξεδιπλώνουν ουσιαστικά μια επιχείρηση αποδόμησης όσων λέει ενόψει των εκλογών η αξιωματική αντιπολίτευση. «Θα κριθεί η αξιοπιστία μας…» έλεγε χαρακτηριστικά από τη Βουλή ο Μητσοτάκης, δεσμευόμενος απέναντι στις ένοπλες δυνάμεις για νέο ειδικό μισθολόγιο «με σημαντικές βελτιώσεις στις αποδοχές» από την 1η Ιανουαρίου του 2024.
«Είμαστε αξιόπιστοι όχι με λόγια, αλλά με τεκμήρια» – όπως ανέφερε λίγες νωρίτερα από τη Θεσσαλονίκη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος – «και την επόμενη τετραετία, με περισσότερες εμπειρίες και εργαλεία, θα μπορέσουμε να διορθώσουμε αδυναμίες, να κάνουμε περισσότερα και καλύτερα». Ήδη ο Γιάννης Οικονόμου είχε επιστρατεύσει την λέξη «Tsipronomics» για να χρεώσει στον Τσίπρα «αχαλίνωτες υποσχέσεις» και «λαϊκισμό των συνθημάτων».
Στόχος της ΝΔ είναι να κρατά για τον εαυτό της τον ρόλο του ορθολογισμού σε ό,τι αφορά την οικονομία και τη δημοσιονομική σταθερότητα, προσπαθώντας να διαχειριστεί το οξύ πρόβλημα της ακρίβειας στην καθημερινότητα. Προτάσσοντας ως βασικό σύνθημα τους «καλύτερους μισθούς» και μιλώντας για μόνιμες παρεμβάσεις για όλους από το 2024, η κυβέρνηση προσπαθεί να θυμίζει το συριζαϊκό παρελθόν «υπερφορολόγησης» και «λεηλασίας», όπως λένε οι γαλάζιοι, της μεσαίας τάξης.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση θα φέρνει μπροστά κάθε πεδίο στο οποίο θεωρεί ότι έχει «θετικό» λόγο, όπως τα ζητήματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, με πλέον ενδεικτικά τα μηνύματα του Πρωθυπουργού από τη Βουλή, προς ένα προνομιακό για τη ΝΔ ακροατήριο – τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων. «Για εσάς η άμυνα δεν ήταν ποτέ προτεραιότητα. Και δεν είχε να κάνει με τις μνημονιακές δεσμεύσεις, μάλλον έχει να κάνει με άλλα ιστορικά κατάλοιπα του χώρου τον οποίο εκφράζετε» είπε ο Μητσοτάκης απευθυνόμενος στον πολιτικό αντίπαλό του.
Η «χαμένη εμπιστοσύνη» της ΝΔ
Αντίστοιχα, ο ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήματα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής κατηγορεί την κυβέρνηση για «καπηλεία» – ότι ρίχνει τις ένοπλες δυνάμεις στην αρένα της μικροκομματικής εκμετάλλευσης» με τα λόγια του Τσίπρα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει επιλέξει ένα διαρκές πρέσινγκ σε άλλα πεδία.
Ενδεικτικές οι… προκλήσεις προς τον Μητσοτάκη αφενός για τις υποκλοπές, αφετέρου για την τηλεμαχία. «Αν απαντήσετε γιατί παρακολουθούσατε τους πάντες, επιστρέφουμε στις ψηφοφορίες» είπε ο Τσίπρας. «Είμαι ανοιχτός στη σύγκριση και στη σύγκρουση. Πάμε αύριο το πρωί σε μια τηλεμαχία. Γιατί κρύβεστε;» πρόσθεσε.
«Έχετε καταλύσει κάθε έννοια εμπιστοσύνης με την συμπεριφορά σας» ήταν η πρόταση – κλειδί του Τσίπρα, που μαρτυρά την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίζει την κυβέρνηση σε απόσταση από την κοινωνία. «Έχετε χάσει την εμπιστοσύνη των ενόπλων δυνάμεων, παίζετε με τη νοημοσύνη και την αξιοπρέπειά τους» είπε ειδικότερα.
Εξάλλου δύο «γρίφοι» που προβληματίζουν την κυβέρνηση είναι το εύρος της χαλαρής ψήφου ή μια ψήφου διαμαρτυρίας καθώς και ο αντίκτυπος της υπόθεσης των παρακολουθήσεων στον κεντρώο χώρο.