Είναι η μετανάστευση η «Αχίλλειος πτέρνα» της Ευρώπης;

«Εάν υπάρχει κάτι που αρέσει στους Ευρωπαίους περισσότερο από τις διακοπές του Αυγούστου και τις κυβερνήσεις συνασπισμού, είναι ένα πρόχειρα σχεδιασμένο σχέδιο της ΕΕ»: αυτό αναφέρει, με μάλλον σαρκαστική διάθεση, ο «Charlemagne» (Καρλομάγνος), όπως υπογράφει ο αρθρογράφος του Economist που σχολιάζει τις πολιτικές εξελίξεις στην ηπειρωτική Ευρώπη. «Το ευρώ οδήγησε μεγάλο μέρος της ηπείρου σε μια νομισματική ένωση, η οποία κατέληξε να προκαλέσει ατέρμονες διχόνοιες όταν αποδείχθηκε ότι δεν είχαν εγκατασταθεί τα απαραίτητα υδραυλικά. Η ενιαία αγορά είναι ένας θρίαμβος για αγαθά όπως τα αυτοκίνητα και οι συσκευές αλλά δεν λειτουργεί καλά για τις υπηρεσίες που κυριαρχούν πλέον στην οικονομία», σημειώνει ενδεικτικά.

«Το Μεταναστευτικό είναι εδώ και πολύ καιρό μια άλλη πολιτική η ολοκλήρωση της οποίας αναβάλλεται επ’ αόριστον. Τα εσωτερικά σύνορα καταργήθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος της Ενωσης πριν από σχεδόν 30 χρόνια. Αλλά η δύσκολη υπόθεση του τρόπου διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων —και των εκατομμυρίων χιλιάδων ανθρώπων που τα διασχίζουν παράνομα κάθε χρόνο — δεν ελήφθη σοβαρά υπόψη. Το αποτέλεσμα ήταν ένα χαοτικό σύστημα ασύλου, που αφήνει χιλιάδες νεκρούς στη Μεσόγειο κάθε χρόνο και τροφοδοτεί την άνοδο των λαϊκιστών πολιτικών», προσθέτει, αναφερόμενος στη θαλάσσια τραγωδία που σημειώθηκε την Τετάρτη ανοιχτά της Πύλου, δηλαδή στο πολλοστό ναυάγιο στα ύδατα της Μεσογείου με θύματα πρόσφυγες και μετανάστες.

Ο «Charlemagne» σημειώνει πως η Ευρώπη είναι πόλος έλξης μεταναστών, καταρχάς γιατί είναι πλούσια αλλά και επειδή είναι σχετικά εύκολο να φτάνουν σε αυτή πλήθη κατατρεγμένων ανθρώπων από εμπόλεμες ή φτωχές χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Ορισμένοι από όσους καταφέρνουν να φτάσουν – ρισκάροντας τις ζωές τους – στην ευρωπαϊκή επικράτεια, δικαιούνται άσυλο, καθώς εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους επειδή διώκονται, αλλά περισσότεροι από τους μισούς που καταφθάνουν στις ακτές της ΕΕ δεν είναι πρόσφυγες αλλά μετανάστες. Πολλοί καταλήγουν σε κοινωνίες οι οποίες απέτυχαν να ενσωματώσουν σωστά προηγούμενα κύματα αλλοδαπών, συχνά από πρώην αποικίες.

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία περίπου τέσσερα εκατομμύρια Ουκρανοί κατέφυγαν σε χώρες της ΕΕ δίχως να αντιμετωπίσουν προβλήματα, ωστόσο τις περισσότερες φορές το σύστημα αποδεικνύεται δυσλειτουργικό, με όλους να επιρρίπτουν ευρέως ευθύνες, αλλά να μην αποδέχονται καμία. Oπως συμβαίνει συχνά στη Γηραιά Ηπειρο, «το κουβάρι των κανόνων της ΕΕ και των εθνικών κανόνων έχει δημιουργήσει ένα χάος», γράφει ο «Charlemagne». Η κατάργηση των εσωτερικών συνόρων το 1995 στο πλαίσιο της συμφωνίας Σέγκεν σήμαινε ότι οι όποιες αποτυχίες ή αδυναμίες μιας χώρας στη διαχείριση της μετανάστευσης – η ανεπαρκής φύλαξη των συνόρων, για παράδειγμα – θα επηρέαζαν αναπόφευκτα και τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ, δεδομένης της απουσίας εσωτερικών συνόρων.

Για να διασφαλιστεί ότι οι κυβερνήσεις θα φρουρούν επαρκώς τα σύνορά τους με χώρες εκτός ΕΕ, αποφασίστηκε οι πρόσφυγες/μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στην ΕΕ να αποτελούν ευθύνη της πρώτης χώρας στην οποία πατούν το πόδι τους. Ωστόσο η επίμαχη Σύμβαση του Δουβλίνου επέφερε τεράστια βάρη σε χώρες της πρώτης γραμμής, κυρίως στην Ελλάδα και στην Ιταλία, ενώ χώρες όπως η Σουηδία ή η Γερμανία -όπου οι περισσότεροι μετανάστες ευελπιστούσαν να εγκατασταθούν- ήταν σε θέση να αποστέλλουν ανθρώπους που κατάφεραν να φτάσουν σε αυτές πίσω στις χώρες μέσω των οποίων εισήλθαν στην ΕΕ. Οσο οι μεταναστευτικές ροές ήταν χαμηλές, η κατάσταση ήταν σε γενικές γραμμές διαχειρίσιμη. Αλλά τη δεκαετία του 2010 άρχισαν να αυξάνονται, λόγω των εξεγέρσεων της Αραβικής Ανοιξης, του εμφύλιου πολέμου στη Συρία και τους χάους στο Αφγανιστάν, δημιουργήθηκε ένα χάος.

«Οι μεσογειακές χώρες ζήτησαν βοήθεια από τους γείτονές τους στην ΕΕ. Κανένας δεν ήταν πρόθυμος, κυρίως επειδή αυτό που πραγματικά χρειαζόταν ήταν να συμφωνήσουν οι χώρες να υποδεχτούν οι ίδιες μετανάστες, πέρα από εκείνους – περισσότερους από ένα εκατομμύριο – που εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία στο πλαίσιο ενός μεγάλου κύματος αφίξεων το 2015-16. Στη συνέχεια μια απόπειρα για μια νέα συμφωνία για τη μετανάστευση δημιούργησε αισθήματα πικρίας που εξακολουθούν να υπάρχουν», συνοψίζει ο «Charlemagne». Αρκετές χώρες της Kεντρικής Ευρώπης απλώς αρνήθηκαν να δεχθούν οποιονδήποτε αιτούντα άσυλο, κατηγορώντας την ΕΕ ότι επιδίωκε να επιβάλει τη μαζική μετανάστευση σε απρόθυμους πληθυσμούς και, κάπως έτσι, το σύστημα κατέρρευσε, με τα κράτη της πρώτης γραμμής να δυσκολεύονται απίστευτα να διαχειριστούν την κατάσταση, καταλήγοντας ενίοτε να αντιμετωπίζουν έως και απάνθρωπα τους ανθρώπους που κατάφερναν να φτάσουν στην επικράτειά τους. Σε αυτό το πλαίσιο έξι χώρες, περιλαμβανομένων της Γαλλίας και της Γερμανίας, αποφάσισαν να επαναφέρουν τους ελέγχους στα σύνορα τους. Οσον αφορά το μέλλον, η κατάσταση θα μπορούσε να αλλάξει χάρη στην αναπάντεχη συμφωνία για το μεταναστευτικό που επετεύχθη την 8η Ιουνίου, με τον «Charlemagne» να επισημαίνει κυρίως το στοιχείο της «υποχρεωτικής αλληλεγγύης».

Οι χώρες πίσω από την πρώτη γραμμή θα πρέπει να δέχονται τουλάχιστον 30.000 αιτούντες άσυλο ετησίως. Οσοι αρνούνται, θα πρέπει να καταβάλλουν 20.000 ευρώ ανά μετανάστη σε ένα κοινό ευρωπαϊκό ταμείο. Οι χώρες της πρώτης γραμμής θα πρέπει να φιλοξενούν κέντρα υποδοχής στα οποία θα εξετάζεται ένα μέρος των αιτήσεων χορήγησης ασύλου (το οποίο σημαίνει πως πρακτικά θα συνεχίσουν να είναι οι συνοριοφύλακες ολόκληρης της ΕΕ). Η Ευρώπη σκοπεύει να δαπανήσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και για την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της μετανάστευσης, με την Τζόρτζια Μελόνι, πρωθυπουργό της Ιταλίας, τον ολλανδό ομόλογο της Μαρκ Ρούτε και την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να μεταβαίνουν στην Τυνησία την περασμένη Κυριακή για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Πώς, όμως, κατέστη ξαφνικά δυνατή μια συμφωνία, έπειτα από τόσα χρόνια εντάσεων, διαφωνιών και αναλγησίας;

Μιλώντας στον Economist, ο Βιτ Νοβότνι του Wilfried Martens Centre for European Studies, μιας δεξαμενής σκέψης στις Βρυξέλλες, εξήγησε πως αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η ΕΕ απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια εμπειρία στη διαχείριση μεγάλων κρίσεων με βαρύ συναισθηματικό φορτίο, όπως η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η κλιματική αλλαγή. Συγχρόνως κατέστη σαφές ότι μια δυναμική αγορά εργασίας, καλώς ή κακώς, χρειάζονται ξένα εργατικά χέρια, σε μόνιμη ή προσωρινή βάση, για να καλύπτουν θέσεις σε εργοστάσια ή να παραδίδουν πίτσες. Ωστόσο αποτελεί γεγονός πως η συμφωνία για μια νέα κοινή ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική επετεύχθη και επειδή η Ευρώπη είναι διατεθειμένη να σκληρύνει τη στάση της απέναντι σε όσους φτάνουν στις νότιες ακτές της.

Ανθρωποι, για παράδειγμα, από χώρες που δεν θεωρούνται ιδιαίτερα επικίνδυνες, θα αποστέλλονται πίσω έπειτα από έναν υποτυπώδη έλεγχο των αιτήσεών τους για άσυλο ενώ προβλέπεται και η δυνατότητα απέλασής τους σε τρίτες χώρες, μακριά από τις δικές τους. Συγχρόνως η ΕΕ μιλάει ανοιχτά για διακοπή της παροχής βοήθειας και ακύρωση εμπορικών συμφωνιών με φτωχές χώρες (όπως η Τυνησία), εάν δεν συνδράμουν ουσιαστικά στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, λειτουργώντας, για παράδειγμα, ως κέντρα υποδοχής μεταναστών των οποίων οι αιτήσεις για χορήγηση ασύλου απορρίπτονται από τις ευρωπαϊκές αρχές. «Η μετανάστευση είναι η αχίλλειος πτέρνα της Ευρώπης.

Μια περιοχή που θεωρεί τον εαυτό της δύναμη που υπερασπίζεται το Καλό στον κόσμο, δυσανασχετεί με το ότι πρέπει να υποδύεται τον κακό αστυνομικό όταν πρόκειται να κρατήσει τους ανθρώπους έξω (από την επικράτειά της), όπως πρέπει. Αλλά η άρνηση να αντιμετωπιστεί η δυσλειτουργία του παλιού συστήματος δεν εξυπηρέτησε κανέναν καλά. Η νέα συμφωνία έχει ακόμη δρόμο να διανύσει μέχρι να καταστεί νόμος της ΕΕ — μέχρι το τέλος του έτους ελπίζουν κάποιοι. Ενα ατελές σύστημα που λειτουργεί θα είναι καλύτερο από ένα κακό που δεν λειτουργεί», καταλήγει ο «Charlemagne».

Πηγή: Protagon.gr

By Συντάκτης

ΣΧΕΤΙΚΑ