Αποδείχτηκε ότι τον φασισμό δεν τον πολεμάς με τροπολογίες και προσπάθειες νομικής απαγόρευσης.
Πιθανώς, με αυτόν τον τρόπο να τον ενισχύεις κιόλας. Να τον διαφημίζεις. Να τον κάνεις διέξοδο για μια οργή παραμορφωμένη από την κυριαρχία ρατσιστικών και εθνικιστικών στερεότυπων.
Όπως φάνηκε – δυστυχώς – ότι η ακροδεξιά και μάλιστα η νεοναζιστική εκδοχή της δεν αντιμετωπίζονται μόνο με ποινικά μέσα.
Όχι γιατί δεν αξίζει στην ηγεσία της Χρυσής Αυγής να είναι στη φυλακή αφού ηγήθηκαν μιας εγκληματικής και δολοφονικής οργάνωσης.
Αλλά γιατί φάνηκε ότι αυτό δεν την ξερίζωνε μέσα στην κοινωνία.
Φάνηκε αυτό από το ίδιο το γεγονός ότι παρότι απαγορεύτηκε στον ίδιο τον έγκλειστο Κασιδιάρη να συμμετέχει στις εκλογές κόμμα υπό την ηγεσία του, αρκούσε μια δήλωσή του για ένα άγνωστο μέχρι τότε κόμμα, που φάνταζε περιθωριακό, να μπει στη Βουλή και μάλιστα με εντυπωσιακό αποτέλεσμα.
Αυτό σημαίνει ότι ανεξαρτήτως του εάν τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» υποτίθεται ότι έκαναν μέτωπα απέναντι στον φασισμό, αυτός συνέχισε να έχει πραγματικό βάθος μέσα στην κοινωνία.
Μια κοινωνία φοβισμένη, οργισμένη, χωρίς προσανατολισμό, χωρίς ουσιαστική πολιτική παιδεία, που ενημερώνεται από τις κραυγές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και που ένα μεγάλο μέρος της είναι έτοιμο να ακολουθήσει φωνές συνωμοσιολογικές, ξενόφοβες, συντηρητικές, αυταρχικές, πιστεύοντας ότι αυτές «δίνουν διέξοδο».
Και αυτό ακριβώς είναι η πρόκληση.
Η ελληνική κοινωνία χρειάζεται να αποκτήσει ξανά ελπίδα, χρειάζεται να ξεπεράσει το φόβο, χρειάζεται να ξεπεράσει τις κραυγές που δαιμονοποιούν τον άλλο, χρειάζεται να δει ότι υπάρχει η δυνατότητα για έναν κόσμο με περισσότερη δικαιοσύνη, περισσότερη ισότητα, περισσότερες ευκαιρίες και λιγότερους φράχτες.
Όμως, αυτό απαιτεί αγώνα.
Γιατί όντως αυτό που είναι πραγματικά η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να εκπροσωπηθεί ούτε από τον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό, που είναι σήμερα η κυρίαρχη πολιτική «συνταγή» στην Ευρώπη, ούτε προφανώς από τα φαντάσματα της ακροδεξιάς.
Να το πω διαφορετικά, αυτό που φάνηκε στις εκλογές είναι η απουσία μιας πραγματικά προοδευτικής παράταξης. Μιας παράταξης που να εκπροσωπεί τη μεσαία τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Που να μιλάει για δικαιοσύνη. Που να αναζητά λύσεις για τα μεγάλα προβλήματα, από την κλιματική αλλαγή μέχρι τις κοινωνικές ανισότητες, που να μην είναι απλώς το «ας αποφασίσουν οι αγορές».
Ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε αυτό τον ρόλο σε προηγούμενες εκλογικές μάχες. Δεν κατάφερε να τον παίξει σε αυτές – και εκεί είναι που πρέπει να ψάξει τα πώς και τα γιατί. Όμως, εξακολουθεί αυτό το κόμμα και ο Αλέξης Τσίπρας να έχουν την ιστορική ευθύνη να βάλουν πλάτη σε αυτό.
Αλλά αυτό σημαίνει αγώνα.
Αγώνα η κοινωνία να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και συλλογικότητα. Να διαμορφωθεί ένα εναλλακτικό πρόγραμμα που να μην είναι απλώς ευχολόγιο. Να οικοδομηθούν σχέσεις με την κοινωνία και να ξεπεραστεί ο κατακερματισμός που κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν μόνοι, ανήμποροι και τελικά να παρασύρονται από τα καλέσματα της ακροδεξιάς. Να μπορέσει όντως ένα ολόκληρο σύμπαν αξιών όπως η δημοκρατία, η αλληλεγγύη, η ανθρωπιά να πάρουν το πάνω χέρι από τον κυνισμό και την απανθρωπιά. Να επιστρέψει ουσιαστικά η ίδια πολιτική, στην πλήρη δημοκρατική διάστασή της.
Ένα ολόκληρο κομμάτι της κοινωνίας είναι σήμερα στα πρόθυρα της κατάθλιψης μετά το εκλογικό αποτέλεσμα. Το τελευταίο που χρειάζεται είναι εσωστρέφεια, αυτομαστίγωμα και εύκολες λύσεις του τύπου ξεκινώντας από την «αλλαγή προσώπων».
Ένα σήμα χρειάζεται αυτό το κομμάτι. Ότι ο αγώνας συνεχίζεται. Ότι οι σημαίες και οι αξίες δεν υποστέλλονται. Ότι είναι όντως η ώρα της επανεκκίνησης. Της αριστεράς, της προόδου, της ίδιας της πολιτικής.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ