Διακρατικές συμφωνίες για την «εισαγωγή» εργαζομένων ζητούν οι κατασκευαστικές και οι εταιρείες του τουρισμού και της εστίασης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, λείπουν περίπου 200.000 εργαζόμενοι στην οικοδομή και στον κατασκευαστικό κλάδο και 80.000 από τον τουριστικό – επισιτιστικό. Στις κατασκευές η πρόσληψη τεχνιτών είναι κρίσιμη για την έγκαιρη ολοκλήρωση των μεγάλων έργων υποδομής που χρηματοδοτούνται με ευρωπαϊκούς πόρους.
Της Ρούλας Σαλούρο
Την εισαγωγή τουλάχιστον 80.000 εργαζομένων από τρίτες χώρες, όπως για παράδειγμα Μπανγκλαντές, Πακιστάν αλλά και Βαλκάνια, ζητούν οι εργοδοτικοί φορείς σε τουρισμό και επισιτισμό, με στόχο να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας, που σύμφωνα με τα στοιχεία τους, μόνο κατά την περυσινή τουριστική σεζόν ανήλθαν σε 60.000, ενώ η χώρα μας προχωράει σε διακρατικές συμφωνίες, όπως αυτή που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή με την Αίγυπτο, για την είσοδο και διαμονής των ξένων πολιτών στην Ελλάδα, με σκοπό την απασχόλησή τους στον αγροτικό τομέα.
Συνολικά, εκτιμάται ότι ακόμη και πάνω από 100.000 εργαζόμενοι από τρίτες χώρες θα μπορούσαν να έρθουν στην Ελλάδα και να καλύψουν κενά σε θέσεις εργασίας που υπάρχουν σε ξενοδοχεία, σε καταστήματα από τον χώρο της εστίασης, σε συγκεκριμένες θέσεις στα μαγειρεία (π.χ. λάντζα), στους χώρους υποδοχής, ως σερβιτόροι αλλά και ως εργάτες γης.
Με την εγχώρια οικονομία να έχει ξεπεράσει κατά πολύ μεγάλο βαθμό την πανδημία της COVID-19, πληθαίνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις που αναζητούν εργαζομένους, αντιμετωπίζουν όμως μεγάλη δυσκολία εξεύρεσης του κατάλληλου προσωπικού. Πρόκειται για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στον τουριστικό κλάδο, στην εστίαση, στο λιανεμπόριο, στον χώρο της πληροφορικής ή και στον αγροτικό τομέα. Σύμφωνα με τους αναλυτές μάλιστα, αυτό δεν είναι ούτε καινούργιο ούτε μόνον ελληνικό φαινόμενο.
Το πρόβλημα υπογεννητικότητας που αντιμετωπίζουν όλες οι ανεπτυγμένες χώρες σε συνδυασμό με το brain drain που μεγεθύνθηκε κατά τη διάρκεια των οικονομικών κρίσεων, δημιουργούν μείωση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, ενώ οι χαμηλοί μισθοί που επικρατούν, αποτελούν παράγοντες που επιτείνουν το φαινόμενο. Την ίδια στιγμή, οι ειδικοί διαπιστώνουν έλλειψη εξειδίκευσης, ένα πρόβλημα άμεσα συνδεδεμένο με το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, με αποτέλεσμα να κααταγράφεται συνεχώς αυξανόμενη η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας. Τέλος, σημειώνουν πως οι συνέπειες της πρωτόγνωρης πανδημικής κρίσης που ζήσαμε και οι νέες τάσεις στην αγορά εργασίας που αυτές δημιούργησαν, όπως ευελιξία στον χώρο και στον χρόνο εργασίας, αλλά και η αλλαγή νοοτροπίας και προτεραιοτήτων, κάνουν τους νέους κυρίως εργαζομένους πιο επιλεκτικούς στις επιλογές τους.
Ετσι, εργοδοτικοί φορείς ζητούν από το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας την έγκριση «εισαγωγής» μετακλητών για το καλοκαίρι εργαζομένων. Σε ένα τέτοιο αίτημα κλήθηκε να απαντήσει τις προηγούμενες ημέρες το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ), παρουσία μάλιστα του προέδρου της ΓΣΕΕ Γιάννη Παναγόπουλου και των εκπροσώπων της ομοσπονδίας τουρισμού – επισιτισμού. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εξέφρασαν έντονες διαμαρτυρίες, υποστηρίζοντας ότι 80.000 ξένοι εργαζόμενοι θα αλλοιώσουν το τοπίο της εργασίας τόσο σε επίπεδο εργασιακών δικαιωμάτων όσο και μισθών. Ετσι, το ΑΣΕ, έπειτα και από ένσταση που υπέβαλε η ΓΣΕΕ, δήλωσε αναρμόδιο να αποφασίσει γι’ αυτό το ζήτημα, το οποίο παραπέμφθηκε για συζήτηση στην Εθνική Επιτροπή Εργασίας, ένα όργανο που συνεδριάζει υπό την προεδρία του πρωθυπουργού, θεσμοθετήθηκε το 2015 και έως σήμερα δεν έχει ενεργοποιηθεί.
Να σημειωθεί ότι μόνο στα ξενοδοχεία οι ελλείψεις εργαζομένων το 2021 ξεπέρασαν τις 53.000 και άγγιξαν τις 60.000 κατά το 2022.
Αιγύπτιοι σε καλλιέργειες
Την ίδια στιγμή, πιλοτική συμφωνία με την κυβέρνηση της Αιγύπτου, προκειμένου Ελληνες εργοδότες κατά κύριο λόγο στον αγροτικό τομέα, να μπορούν να μετακαλούν ετησίως εργάτες γης από την Αίγυπτο για την κάλυψη των αναγκών τους στον πρωτογενή τομέα, κύρωσε πρόσφατα το ελληνικό Κοινοβούλιο. Κατά τον πρώτο χρόνο υλοποίησης της συμφωνίας, ο αριθμός των Αιγύπτιων εργαζομένων θα μπορεί να ανέλθει έως και τις 5.000.
Η διαδικασία προβλέπει διαβούλευση μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών, προκειμένου να προσδιορίζονται οι ανάγκες και ο αριθμός των θέσεων εργασίας στην αγροτική οικονομία, που μπορούν να καλύπτονται ετησίως από Αιγύπτιους εργαζομένους. Η διαδικασία αυτή θα ολοκληρώνεται το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους.